Εκκλησιαστικά Δικαστήρια: ρόλος, διαδικασία και ποινές.

Τα εκκλησιαστικά δικαστήρια είναι ένας από τους αρχαιότερους θεσμούς. Με πρωτοποριακές απόψεις για την εποχή του, όπως η θεσμοθέτηση της διαιτητικής επίλυσης των εκκλησιαστικών διαφορών, παρέμεινε στο πέρασμα των αιώνων αναλλοίωτος.
Περαιτέρω ορισμένες νομοτεχνικές ατέλειες του Ν. 5383/1932 «Περί των εκκλησιαστικών δικαστηρίων και της προ αυτών διαδικασίας», έχουν ως απότοκο σήμερα να εντοπίζονται προβλήματα συμβατότητας όχι μόνο με τις αρχές δικαίου του σήμερα αλλά και με τους ιερούς κανόνες. Αποτέλεσμα της δυσαρμονίας αυτής είναι η μη ορθή άσκηση των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου αλλά και η μη εντελής διασφάλιση μιας δίκαιης δίκης.
Τα εκκλησιαστικά δικαστήρια αποτελούν θεσμοθετημένο όργανο εντός της Εκκλησίας της Ελλάδος για την αντιμετώπιση παραπτωμάτων και αντικανονικής συμπεριφοράς κληρικών και μοναχών. Λειτουργούν με βάση τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος (Ν. 590/1977) και τους Ιερούς Κανόνες, συνδυάζοντας στοιχεία εκκλησιαστικού και διοικητικού δικαίου. ήδη από αυτό το σημείο κρίνεται σκόπιμο να τονιστεί ότι η Εκκλησία της Ελλάδος απολαμβάνει του συνταγματικού κατοχυρωμένου δικαιώματος της αυτοδιοικήσεως, το οποίο θα πρέπει να γίνεται σεβαστό από τους πολιτειακούς θεσμούς.
Ποιοι υπάγονται σε πειθαρχικό έλεγχο;
Ιερείς (εφημέριοι, πρεσβύτεροι, αρχιμανδρίτες)
Διάκονοι
Μοναχοί (σε περιπτώσεις κατάλυσης της μοναχικής τάξης ή διασάλευσης του κοινοβιακού βίου)
Σε ορισμένες περιπτώσεις και λαϊκοί που ασκούν διοικητικά καθήκοντα σε εκκλησιαστικά όργανα
Ποια όργανα απονέμουν την πειθαρχική δικαιοσύνη;
Πρωτοβάθμια Πειθαρχικά Συμβούλια
– Εδρεύουν σε κάθε Ιερά Μητρόπολη και συγκροτούνται από κληρικούς
– Την προεδρία έχει ο οικείος Μητροπολίτης ή εντεταλμένος του
Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Κληρικών και Μοναχών
– Συγκροτείται από Συνοδικούς Ιεράρχες
– Αρμόδιο για δευτεροβάθμια κρίση και έφεση των αποφάσεων
– Στην πράξη λειτουργεί ως "εκκλησιαστικό εφετείο"
Διαδικασία πειθαρχικής δίωξης:
Καταγγελία ή αναφορά προς τη Μητρόπολη
Διορισμός ερευνητή κληρικού (ανακριτή)
Πρόσκληση σε απολογία του εγκαλούμενου
Συνεδρίαση του πειθαρχικού οργάνου
Έκδοση απόφασης με επιβολή ποινής ή απαλλαγή
Η διαδικασία ακολουθεί δικαιοκρατικές αρχές, όπως:
Το τεκμήριο αθωότητας
Το δικαίωμα ακρόασης
Η αιτιολογημένη απόφαση
Η δυνατότητα έφεσης
Ποιες ποινές προβλέπονται;
Οι ποινές ποικίλουν ανάλογα με τη βαρύτητα της πράξης:
Επίπληξη (προφορική ή έγγραφη)
Επιτίμιο (προσωρινή απαγόρευση τέλεσης ιερών ακολουθιών)
Αργία (προσωρινή απομάκρυνση από το λειτούργημα)
Παύση (απομάκρυνση από την οργανική θέση)
Καθαίρεση (οριστική αποστέρηση ιερατικής ιδιότητας)
Η καθαίρεση είναι η βαρύτερη ποινή και επιβάλλεται μόνο μετά από εξαιρετικά σοβαρές παραβάσεις, όπως αιρέσεις, βαρύτατα ηθικά παραπτώματα ή εκούσια αποστασία.
Ένδικα μέσα και επανεξέταση:
Ο εγκαλούμενος έχει το δικαίωμα έφεσης προς το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο, μέσα σε συγκεκριμένη προθεσμία. Σε κάποιες περιπτώσεις επιτρέπεται και αίτηση αναθεώρησης ή αποκατάσταση, μετά από έμπρακτη μετάνοια και παρέλευση χρόνου.
Τα πειθαρχικά εκκλησιαστικά δικαστήρια διαφυλάσσουν την ποιμαντική ευθύνη της Εκκλησίας, την κανονικότητα της ιερατικής ζωής και την εικόνα του κλήρου απέναντι στην κοινωνία. Κρίνεται σκόπιμο να επισημανθεί ότι τα εκκλησιαστικά δικαστήρια δεν είναι τιμωρητικά όργανα αλλά μέσα παιδαγωγικής και εκκλησιαστικής θεραπείας, με στόχο την αποκατάσταση της πνευματικής τάξης και την προστασία του εκκλησιαστικού σώματος.
Στο δικηγορικό μας γραφείο πιστεύουμε ότι τα εκκλησιαστικά δικαστήρια είναι θεσμός ζωτικής σημασίας για την Εκκλησία, διότι καλείται να υπηρετεί την πειθαρχία και την τάξη εντός των κόλπων της Εκκλησίας. Συγχρόνως αναγνωρίζουμε την σημαίνουσα θέση του προσώπου στην Ορθόδοξη Εκκλησία και την ανάγκη δίκαιης κρίσεως των πράξεων του μέσα σε πνεύμα καταλλαγής και συγχωρήσεως. Υπό την ανωτέρω οπιτική αναλαμβάνουμε α) αφενός τη σύνταξη γνωμοδοτικών σημειωμάτων β) αφετέρου την εκπροσώπηση στα εκκλησιαστικά δικαστήρια, που περιλαμβάνει τόσο την προδικασία όσο και την κύρια διαδικασία και την διεκπεραίωση όλων των απαραίτητων ενεργειών (παραλαβή δικογραφίας, σύνταξη απολογητικού υπομνήματος κ.λ.π.) μέχρι την αμετάκλητη εκδίκαση της υποθέσεως.